Η Ελληνική Επανάσταση επηρέασε σε μεγάλο βαθμό την τέχνη του 19ου αιώνα, ενώ τον τρόπο που αποτυπώνεται σε έργα ζωγραφικής, γλυπτικής ή χαρακτικής, ερμηνεύει ο ομότιμος καθηγητής ιστορίας της τέχνης του ΑΠΘ Μιλτιάδης Παπανικολάου, αποκαλύπτοντας λεπτομέρειες που έχουν ιδιαίτερη σημασία.
«Η Ελληνική Επανάσταση στη Τέχνη. Από τον Ντελακρουά στον Παρθένη» είναι ο τίτλος του βιβλίου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Επίκεντρο και βασίζεται σε πολύχρονη έρευνα του συγγραφέα, η οποία επικαιροποιήθηκε με αφορμή τη συμπλήρωση διακοσίων χρόνων από την απελευθέρωση της χώρας μας.
«Διαπίστωσα ότι η Ελληνική Επανάσταση έδωσε ώθηση σε πάρα πολλούς καλλιτέχνες από όλες τις χώρες ανατολής και δύσης. Από Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ρωσία μέχρι την άλλη άκρη του Ατλαντικού στην Αμερική, όλοι συμμετείχαν σε αυτή την υπόθεση», δηλώνει στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Μιλτιάδης Παπανικολάου και συμπληρώνει: «Μια άλλη διαπίστωση που έχω κάνει, είναι ότι είναι αδύνατο κανείς να μετρήσει τον αριθμό των έργων. Είναι εκατοντάδες. Δεν υπάρχει προηγούμενο στην ευρωπαϊκή και στην παγκόσμια εικονογραφία, ένα γεγονός να συνεπαίρνει τόσο πολύ τους καλλιτέχνες. Και όχι μόνο αυτούς, αλλά και τους ανθρώπους που αγοράζουν τα έργα, είτε είναι πλούσιοι, είτε είναι φτωχοί».
Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, είχε ήδη εξαπλωθεί το κίνημα του ρομαντισμού, ενώ όπως σημειώνει ο κ. Παπανικολάου, είχε προηγηθεί η γαλλική επανάσταση, η οποία, παρόλο που ήταν ένα φαινόμενο παγκόσμιας εμβέλειας, τα έργα που έγιναν με αφορμή αυτήν, είναι πολύ πιο εύκολο να υπολογιστούν. «Από την άλλη μεριά είχε φτάσει σε ένα αποκορύφωμα υψίστης σημασίας ο φιλελληνισμός, καθώς από την περίοδο του κλασικισμού ήδη πολλοί καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες και διανοούμενοι ασχολούνταν σε μεγάλο βαθμό με την ελληνική ιστορία, την αρχαία και τη νεότερη -προφανώς μέσα στο κίνημα του διαφωτισμού του 18ου αιώνα- κι αυτό έδωσε μία ώθηση προς αυτή τη κατεύθυνση σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή καλλιτεχνική συμμετοχή στην υπόθεση της Ελληνικής Επανάστασης», εξηγεί.
Παρατηρήσεις ιστορικού ενδιαφέροντος ξεπηδούν μέσα από τις ζωγραφιές
Μέσα στο βιβλίο του ο Μιλτιάδης Παπανικολάου, βάζει σε δεύτερο πλάνο την αισθητική αποτίμηση των έργων, αφού όπως υπογραμμίζει, έχουν κριθεί από διαπρεπείς ιστορικούς τέχνης του ευρωπαϊκού πανθέου. Ο ίδιος ωστόσο, εξετάζει λεπτομέρειες, που έχουν ειδικό βάρος. «Βλέπουμε σε έργα τον Έλληνα αγωνιστή να απεικονίζεται ως η προσωποποίηση της ανδρείας, της γενναιότητας, του καλού, της αγνότητας, της αθωότητας και όλων αυτών των χαρακτηριστικών που ανυψώνουν τον άνθρωπο σε μια άλλη σφαίρα. Αντιθέτως, όταν απεικονίζονται οι Τούρκοι δυνάστες, η διαφοροποίηση είναι εμφανής. Γίνονται η προσωποποίηση του απόλυτου κακού, της βαρβαρότητας και στην πραγματικότητα του θανάτου. Είτε λοιπόν πρόκειται για μικρές είτε για μεγάλες ζωγραφιές, έχουμε στην πραγματικότητα μια σύγκρουση του καλού με τον κακό, μια ζυγαριά που τηρήθηκε από όλους τους καλλιτέχνες, στο σύνολό τους», επισημαίνει ο συγγραφέας.
Τα παραπάνω αναλύονται σε ειδικό κεφάλαιο με τίτλο «Σύγκρουση πολιτισμών» και ο ίδιος εκτιμά ότι οι ζωγραφιές αυτές αποτελούν σημαντικά τεκμήρια του πολιτισμού και της ιστορίας. «Για παράδειγμα βλέπεις σε ένα μέρος της εικόνας να κυριαρχεί η ελληνική σημαία με τον σταυρό και στο φόντο γκρεμισμένους μιναρέδες», αναφέρει εξηγώντας ότι η συγκεκριμένη λεπτομέρεια στέλνει το δικό της μήνυμα. «Ή σε άλλη περίπτωση βλέπεις εντελώς ανώνυμους ανθρώπους να αγωνίζονται πίσω από αρχαία μάρμαρα και πίσω από δωρικές κολόνες. Βλέπεις έναν φτωχό αγωνιστή με τη φουστανέλα του, δίπλα σε έναν ναό στο Σούνιο, στην Ακρόπολη και γενικά σε αρχαία μνημεία. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Οι καλλιτέχνες θέλουν να δείξουν ότι αυτός ο απλός κτηνοτρόφος ή αγρότης, είναι κληρονόμος ενός αρχαίου πολιτισμού. Και αυτό είναι τεράστιας σημασίας ζήτημα σε ό,τι αφορά την εθνική ταυτότητα εκείνη την περίοδο», υποστηρίζει, λέγοντας πως με εξαίρεση τη θεωρία Φαλμεράυερ τη δεκαετία του ’20 -που αρνείται την ελληνική συνέχεια, κανείς άλλος δεν αμφισβήτησε τη συνέχεια του ελληνικού πολιτισμού, αλλά όλοι μιλούν για έναν ενιαίο πολιτισμό από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα».
Ο Ευγένιος Ντελακρουά και άλλοι Ευρωπαίοι καλλιτέχνες, ο Μάρκος Μπότσαρης και το Μεσολόγγι στην ευρωπαϊκή τέχνη, η εικονογράφηση του Ανακτόρου του Όθωνα (Μεγάρου της Βουλής των Ελλήνων), ο ζωγράφος του Μακρυγιάννη, οι πρωτοπόροι ζωγράφοι Θεόδωρος Βρυζάκης και Διονύσιος Τσόκος, αλλά και οι μοντέρνοι Κωνσταντίνος Παρθένης και Θεόφιλος, είναι μόνο κάποια από τα θέματα του βιβλίου στα οποία έχουν αφιερωθεί ειδικά κεφάλαια.
Στόχος του βιβλίου είναι να δείξει ότι μπορεί κανείς μέσα από τις εικόνες να εκτιμήσει, να αξιολογήσει και να ερμηνεύσει τις ιδέες, την πολιτική και το πολιτισμικό γίγνεσθαι, μέσα από την ανάλυση φαινομένων που σχετίστηκαν με τα ιστορικά γεγονότα, αλλά και με τα πρόσωπα, όπως αυτά «καταγράφηκαν» εικαστικά από τους καλλιτέχνες της εποχής, Έλληνες και ξένους.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Comments are closed.