Ο Αλμπέρ Καμύ (Albert Camus) γεννήθηκε τον Νοέμβρη του 1913 σε μια φτωχή, παραθαλάσσια συνοικία στο Αλγέρι. Ο πατέρας του ήταν Γάλλος χωρικός που σκοτώθηκε στην μάχη του Μάρνη όταν ο Καμύ ήταν ενός έτους. Η ακραία φτώχεια ανάγκασε τη μητέρα του να πάρει αυτόν και τον μεγαλύτερο αδερφό του και να μετακομίσουν στην πρωτεύουσα προς αναζήτηση καλύτερης τύχης.
Ο Καμύ μεγάλωσε παίζοντας ποδόσφαιρο και διαβάζοντας. Φοίτησε με υποτροφία στο Λύκειο ενώ δεν έπαψε να παίζει ποδόσφαιρο, το οποίο σκεφτόταν ν’ ακολουθήσει επαγγελματικά μέχρι που νόσησε από φυματίωση στα 18 του.
Μπορώ να πω με σιγουριά ότι όσα ξέρω σχετικά με την ανθρώπινη ηθική το οφείλω στο ποδόσφαιρο
Η φυματίωση τον ανάγκασε για ένα διάστημα να φιλοξενηθεί σε κάποιον θείο του στην αλγερική επαρχία. Οι ιδέες και τα διαβάσματα που συνάντησε εκεί του ξυπνήσανε το ενδιαφέρον για τη φιλοσοφία, τη λογοτεχνία και τη συγγραφή.
Ο «ενοχλητικός» κύριος Καμύ
Το 1933 επέστρεψε στο Αλγέρι για σπουδές στη φιλοσοφία, κάνοντας προχειροδουλειές για να βιοπορίζεται. Την ίδια περίπου εποχή εντάσσεται στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, από το οποίο αποχωρεί δυο χρόνια μετά, λόγω διαφωνιών. Κατόπιν γίνεται μέλος του νεοϊδρυθέντος Αλγερινού Κομμουνιστικού Κόμματος δημιουργώντας το “Théatre du Travail” (Θέατρο της Εργασίας)με την πεποίθηση -την οποία διατήρησε όλη τη ζωή του- ότι το θέατρο είναι το μέσο που προσεγγίζει περισσότερο τη λαϊκή ψυχή.
Παραλογισμός
Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος τον βρίσκει στο Παρίσι να εργάζεται στην εφημερίδα Paris-Soir. Εκείνη την περίοδο δημοσιεύει τον «κύκλο του παραλόγου» περιλαμβάνοντας το μυθιστόρημα Ο Ξένος (L’ Étranger, 1942), το δοκίμιο Ο μύθος του Σίσυφου (Le Mythe de Sisyphe, 1942) και το θεατρικό Καλιγούλας.
Ο Σίσυφος, προλετάριος των θεών, ανίσχυρος κι επαναστατημένος, ήξερε όλη την έκταση της άθλιας ύπαρξής του: είναι εκείνη που σκέφτεται όσο διαρκεί η κατάβασή του. Η σύνεση με την οποία δέχεται το μαρτύριό του συμπληρώνει την ίδια στιγμή τη νίκη του. Δεν υπάρχει Μοίρα που να μη νικιέται με την περιφρόνηση.
(«Ο μύθος του Σισύφου»)
Η γαλλική διανόηση δέχεται μ’ ενθουσιασμό τις φιλοσοφικές θέσεις του Καμύ και τον «Παραλογισμό» (γαλ. Absurdism) που εισάγει ως ρεύμα· την εσωτερική σύγκρουση, δηλαδή, του ατόμου να ανακαλύψει το νόημα της ζωής την ίδια στιγμή που γνωρίζει το άσκοπο μιας τέτοιας προσπάθειας.
Ο κύκλος της εξέγερσης
Το 1943 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της παράνομης αντιστασιακής εφημερίδας Combat (Μάχη), από την οποία αποχωρεί τέσσερα χρόνια αργότερα μετά από διαφωνίες με τη συντακτική ομάδα της εφημερίδας,
Αφοσιώνεται στο γράψιμο ανοίγοντας τον δεύτερο κύκλο του συγγραφικού του έργου, την τριλογία της «εξέγερσης». Πάλι ένα μυθιστόρημα, ένα δοκίμιο, ένα θεατρικό. Η Πανούκλα (La Paste, 1947) είναι μια αλληγορία-καταγγελία στον ολοκληρωτισμό, ενώ το θεατρικό Οι Δίκαιοι (Les Justes, 1949) μας μεταφέρει στη Μόσχα του 1906 και στα βαθύτερα κίνητρα μιας ομάδας επαναστατών.
Στο δοκίμιο Ο Επαναστατημένος άνθρωπος (L’ Homme révolté, 1951) ο Καμύ δε διστάζει ν’ ασκήσει κριτική στον Μαρξισμό και στην επαναστατική διαδικασία, προκαλώντας οξεία διαμάχη με τον Σαρτρ και την αριστερή διανόηση.
Ο σκλάβος ξεκινά ζητώντας δικαιοσύνη και καταλήγει να περιμένει να φορέσει ένα στέμμα.
Δε χωράς πουθενά πουθενά πουθενά
Ο αντιαποικιακός πόλεμος στην Αλγερία (1954 -1962) τον βρίσκει αντίθετο και δέχεται ξανά «πυρά», εκατέρωθεν αυτή τη φορά: πολύ δεξιός για τους Αριστερούς, καταδικασμένος «μαυροπόδαρος* για τους συντηρητικούς.
Οι άνθρωποι σπεύδουν να ασκήσουν κριτική για να μην κριθούν οι ίδιοι.
Το Νόμπελ και ο θάνατος
Στην ηλικία των 44 ετών ο Καμύ, με συνυποψήφιους τον Καζαντζάκη, τον Πάστερνακ, τον Μπέκετ και τον Σαρτρ, βραβεύεται με Νόμπελ.
[…] Δεν μπόρεσα ποτέ να παραιτηθώ από το φως, την ευτυχία της ύπαρξης, της ελευθερίας με την οποία μεγάλωσα. Αλλά αν αυτή η νοσταλγία εξηγεί πολλές από τις πλάνες και τα λάθη μου, με βοήθησε αναμφισβήτητα να καταλάβω καλύτερα τη δουλειά μου, με βοηθά ακόμη να κρατιέμαι τυφλά στο πλάι όλων αυτών των σιωπηλών ανθρώπων που καταφέρνουν να επιβιώνουν μέσα στη δύσκολη ζωή, που άλλοι τους έχουν επιβάλει, μόνο με την ανάμνηση ή την επιστροφή σε σύντομες, ελεύθερες, ευτυχισμένες στιγμές.[…]
(Από τον λόγο του στην τελετή των Νόμπελ, 10 Δεκεμβρίου 1957)
Στις 4 Ιανουαρίου του 1960, έχοντας γιορτάσει την Πρωτοχρονιά μαζί με τα παιδιά του στην Προβηγκία, αποφασίζει να επιστρέψει εσπευσμένα στο Παρίσι μαζί με τον εκδότη του, Μισέλ Γκαλιμάρ. Έξω από την κωμόπολη Βιλμπλεβάν, ο Γκαλιμάρ χάνει τον έλεγχο του αυτοκινήτου και προσκρούει σ’ ένα δέντρο. Ο Καμύ σκοτώθηκε ακαριαία.
____________________
*μαυροπόδαρος: (γαλ. pied- Noir. Έτσι ονομάζανε τους Αλγερινούς ρατσιστικά οι Γάλλοι)